Saturday, October 4, 2008

H ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΦΕΛΛΟΥ (PART A) (το κουτί της Πανδώρας)


Όταν με άγγιξε με εκείνα τα βρώμικα διεστραμμένα δάκτυλα, κατάλαβα πως το τέλος είχε φτάσεi.

"Είναι τα γενέθλια σου σήμερα...έτσι δεν είναι;" Πού το θυμόταν; Εγώ δε θυμόμουν. Όπως όλοι οι αλκοολικοί, το μόνο που θυμόμουν ήταν μια μποτίλια οινόπνευμα. "

"Ναι, σήμερα είναι...αλλά πώς..." Όπως όλα. Όλα όσα συμβαίνουν όταν είμαστε νηφάλιοι. Γιατί τότε συμβαίνουν τα χειρότερα.

"Λοιπόν...αυτό είναι για σένα..." " Τί είναι;" "Δώρο" Αυτή η αρχέγονη συνήθεια, που, κάποιες φορές γίνεται ύπουλη συναλλαγή.

"Ωραίο περιτύλιγμα..." Και πού να δεις και το περιεχόμενο! '"Ελα λοιπόν... άνοιξε το..."
Όχι. Ακου τη φωνή μου! Μην το ανοίξεις! Μη γίνεσαι Πανδώρα, μη μπλέκεις με κουτιά και δώρα.

"Μα τί να πω...αυτό...είναι πολύ ακριβό...και όμορφο..." Τότε με πλησίασε "διακριτικά".
"Κοίτα μικρή...σου έχω και κάτι άλλο. Είναι ό,τι πρέπει για την περίσταση."

Και τότε με άγγιξε. Με εκείνα τα βρώμικα διεστραμμένα δάκτυλα.

"Αυτή τη σαμπάνια την είχα στην κάβα μου χρόνια" Δέκα για την ακριβεια. "Τη φύλαγα για μια στιγμή σαν κι αυτήν". " Μα ξέρετε...εγώ δεν πίνω..." "Ένα ποτηράκι θα το πιεις..οπωσδήποτε" Ναι. Ήρθε η ώρα μου. Οπωσδήποτε.

Με ξαναάγγιξε. Βάζοντας τώρα περισσότερη δύναμη.

Εμένα... που αντιλαμβάνομαι τα πάντα από το άγγιγμα. Από τότε που ήμουν κορμός, μέχρι την κάβα του ιδιοκτήτη μου, με έχουν πιάσει πολλά ανθρώπινα χέρια. Γνωρίζω και αναγνωρίζω από τα δάκτυλα. Και γνώριζα πως το τέλος είχε φτάσει. Και για τους δυο μας.
Ο πόνος ήταν φρικτός. Αβάστακτος. Με πίεσε τρομερά. Τότε βέβαια δεν ήξερε, δεν κατάλαβε πως θα τον πονέσω κι εγώ το ίδιο.

Γιατί συνέβη το απίστευτο. Αυτό που θα ήθελες να γίνει και δεν έγινε ποτέ, σε μένα συνέβη. ΤΟΥ ΜΠΗΚΑ ΣΤΟ ΜΑΤΙ. Πίεσε βλέπεις πολύ δυνατά, και με τίναξε στον απέναντι τοίχο. έκανα γκελ κι έπεσα πάνω του. Πόνεσε γιατί ήταν άτσαλος ακόρεστος και κακός. Δεν τον πλήγωσα πολύ. Όσο ακριβώς ήθελε εκείνος να πληγώσει εμένα κι εσένα.

Κουλουριάστηκα σε μια γωνιά και δεν τον ξανάδα, το ξέρεις. Ελπίζω ούτε κι εσύ... Γιατί άνοιξες το κουτί; Γνώρισες, χωρίς να το θέλεις, όλες τις συμφορές και τα δεινά για τα οποία είναι ικανός ο άνθρωπος. Ευτυχώς εσύ το άφησες ανοιχτό, κι απελευθερώθηκε κι εκείνο το μοναδικό συναίσθημα που λέτε ότι πεθαίνει πάντα τελευταίο.

No comments: